Τρίτη 27 Μαρτίου 2012

stelioskostispyridakis: ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΨΑΧΝΕΙ

stelioskostispyridakis: ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΨΑΧΝΕΙ:   ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΨΑΧΝΕΙ Το ΠΑΣΟΚ το δόλιο ψάχνει, ψάχνει, ναι όλο ψάχνει, μια βελόνα θέλει να `βρει στ` άχερα στην φάτνη. Το ΠΑΣΟΚ, τα σκ...

ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΨΑΧΝΕΙ

  ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΨΑΧΝΕΙ

Το ΠΑΣΟΚ το δόλιο ψάχνει, ψάχνει, ναι όλο ψάχνει,
μια βελόνα θέλει να `βρει στ` άχερα στην φάτνη.
Το ΠΑΣΟΚ, τα σκύβαλα ψάχνει στ` άχερα για μια βελόνα!
Πρέπει να την βρει επειγόντως την θέλει στέμμα και κορώνα!
Δεν σηκώνει παραπάνω βάρος το κούφιο τους κεφάλι!
Κατάντησαν σκουπίδια κι έχουνε το μαύρο τους το χάλι.-
                          }}}}{{{{
                   ΞΥΠΝΗΣΤΕ ΡΕΕΕΕΕΕΕ
Ξυπνήστε Έλληνες μας παίζουνε στα ζάρια!
Παίρνουν τα πλούτη μας χωρίς παζάρια!
Τα δίδουν με προμήθεια οι προδότες,
οι γερμανοτσολιάδες με κουκούλα οι καταδότες.
Ανοίγουν θέματα ανύπαρκτα στον Τύπο
για να μας τυφλώνουν και να μην βλέπομε τον Λύκο!
                           }}}}}{{{{{
                        ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Δι ευχών των Αγίων Πατέρων ημών
υποθήκας εκείνων τηρών,
τους Θεούς μου σκαλίζω
και σε μένα μονάχα ελπίζω.
Τους Θεούς μου πολύ αγαπώ,
που με κόπο πολύ πελεκώ!
Κι είναι όλοι παιδιά μου, μα όλοι
και στολίζουνε όλη την πόλη.
Δι ευχών των αγίων Πατέρων ημών
μάρμαρα, πέτρες και ξύλα κτυπών....
στέλιοσκωστήσπυριδάκης

stelioskostispyridakis: Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ

stelioskostispyridakis: Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ: Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ Ένα μικρό-μικρό πουλί όχι πολύ μεγάλο θλιμένα σιγοτραγουδεί "η πόλις μας εάλω" "Η πόλις μας εάλω", "η πόλις μας εάλω"...

Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ

Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ

Ένα μικρό-μικρό πουλί όχι πολύ μεγάλο
θλιμένα σιγοτραγουδεί "η πόλις μας εάλω"
"Η πόλις μας εάλω", "η πόλις μας εάλω"
είναι μικρούλικο πουλί μα θα γενεί μεγάλο!
Λέει σε θλιβερό σκοπό βάσαννα των ανθρώπω
λέει ποιοι μας προδίδουνε και λέει και τον τρόπο.
Κατάργησαν το Σύνταγμα, το κάμανε κουρέλι
καθώς κάθε δικτάτορας επιθυμεί και θέλει.
Και ο Παπούλιας κάθεται και μόνο μύγες χάφτει,
σαν νεωκόρος σ` εκκλησιά σαν τον καντηλανάφτη.
Ο Παπανδρέου ύπουλος προδότης συνωμότης
τσανάκι τέλος έγινε της γηραιάς Ευρώπης.
Κι όταν ωραία και καλά κάμανε την δουλειά τους
τον κάμαν λεμονόκουπα στα απορρίματά τους.
Ο Σαμαράς επρόφτασε και πήρε την σειρά του
και σαν ψωριάρης αητός άνοιξε τα φτερά του.
Και πήγε στα αφεντικά κι ομπρός τους γονατίζει
και τους δηλώνει πως αυτός τώρα θα τους φροντίζει!
Κι εκείνοι τον δεχτήκανε με τον Καρατζαφέρη
να δούνε αυτό το δίδυμο σαν τι και να τους φέρει.
Ο Βενιζέλος έτρεξε τριώδειο να κάμουν!
Μαφιόζικα εσμίξανε τους ξένους να συνδράμουν.
Αυτό θα πει ευγένεια!Πολιτισμός! και τάξη!
Θέλει πιτήδιους τους ποπούς να ντύνει το μετάξι.
Κι οντε αναθαρρήσανε πως έχουν τα ηνία,
ο Παπαδήμος έφτασε τα πήρε με μανία.
Κι εκεί που ενομίζανε όλοι πως κυβερνούνε,
είδανε είναι φρόκαλα να πολτοποιηθούνε!
Τον Παπαδήμο στείλανε οι μαύροι τοκογλύφοι
και κυβερνά τον τόπο μας σαν τράγος και σαν ρίφι.
στέλιοσκωστήσπυριδάκης

Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012

Βαράτε τις έχουν δουλεμένες

  Βαράτε τις έχουν δουλεμένες

                      >>>><<<<
Βαράτε τους καλά, αυτό δεν είναι βία,
την βία ασκεί μόνο η αστυνομία.
Η βία η δική σου είναι αντίδραση
και έχει στην ζωή σου καλή επίδραση.
Βαράτε τους, γιατί έχεις το δικαίωμα,
για να μπορείς να στέκεις στο στερέωμα.
Έξω μην τους αφήνετε να ξεμυτίζουν,
να μάθουν υποτέλεια να μην ψηφίζουν.
Βαράτε τους τις έχουν δουλεμένες
ως και τις ελπίδες μας έχουν πουλημένες.
Βαράτε τους στο διάολο να πάνε όλοι.
Βαράτε τους καθημερινή είτε σκόλη.
Βαράτε τους! Ναι! Βαράτε τους!
Βαράτε τους! Ναι! Βαράτε τους!
στέλιοσκωστήσπυριδάκης

Παπούλια αλήτη και ρεμάλι!

  Παπούλια αλήτη και ρεμάλι!
                000)(000
Παπούλια αλήτη και ρεμάλι,
είσαι υπεύθυνος για το δικό μας χάλι.
Αλήτη θα περάσεις Δικαστήριο,
γιαυτό να κάνεις φροντιστήριο.
Ψάξε να βρεις κάποια δικαιολογία
και βάλε να σου γράψουν την απολογία.
Το Ειδικό δεν το γλυτώνεις διόλου,
δεν απαλλάσσεσαι ούτε  του δόλου.
Το Σύνταγμα το έκανες κουρέλι
και κάνει ο καθένας ότι θέλει.
Τον Έλληνα εσκλάβωσες τον ένα
και δεν μπορείς να κάνεις την παρθένα.
στέλιοσκωστήσπυριδάκης

Ιδού η Ρόδος! Ιδού και το πήδημα!

  Ιδού η Ρόδος! Ιδού και το πήδημα!

Ιδού το πήδημα, ιδού κι η Ρόδος!
Ιδού επισημοι! Ιδού κι ο κόσμος!
Ιδού η Ρόδος! Η Ρόδος το λοιπόν,
που την θαυμάζει το κοινόν!!!
Ιδού η Ρόδος με το πήδημα!
Αλήθεια είναι, όχι αφήγημα!
Στην Ρόδο τους την έκαμαν ωραία,
την εξουσία πηδήξαν την μοιραία.
Όπου τους βλέπευτε να τους βαράτε.
Τρέξετε να μάθετε όλοι καράτε.
Ρόδο μας, σε θαυμάζει η Ελλάδα.
Λευτεριάς που άναψες την δάδα.
στέλιοσκωστήσπυριδάκης

stelioskostispyridakis: Παραταϊσμένα γουρούνια

stelioskostispyridakis: Παραταϊσμένα γουρούνια: Παραταϊσμένα γουρούνια Λοιπόν.... παραταίσαμε τα δυο μας τα γουρούνια τόσο πολύ όπου τα ξύγκια τους βγαίνουν `πο τα ρουθούνια. .....

Δεν διέταξε βία το Παπουτσής

Δεν διέταξε βία το Παπουτσής

Τι να πω για τον προδότη Παπουτσή;
Χημικά μας πότισε και ξύλο με το καμουτσί.
Κι όμως αυτός απτόητος αγέρωχος δηλώνει:
Πως βία δεν ασκήθηκε όταν κρατούσε το τιμόνι,
στο Υπουργείο κατά του πολίτη όπως το λένε
όσοι τρώνε τα χημικά και πνίγονται και κλαίνε.
Το Παπουτσής, το Παπουτσής
είναι μεγάλος μπανταξής.
Θαρρεί πως κι άλλο το μπορεί να κοροϊδέψει πάλι
τον κόσμο που οδήγησε στο μαύρο του το χάλι.
Στο κόμμα που διαλύσανε για αρχηγία πάει,
δεν ξέρει πως την κεφαλή που έχει θα την φάει.
Δεν ξέρει πως η συμφορά είναι πολύ μεγάλη
και θα τους πάει στο Ειδικό των πολιτών η πάλη.
Το Παπουτσής, το Παπουτσής δεν βλέπω ούτε τσαγκάρη
δεν κάνει ούτε επίτροπος να κάστσει σε παγκάρι.
στέλιοσκωστήσπυριδάκης

Παραταϊσμένα γουρούνια

  Παραταϊσμένα γουρούνια

Λοιπόν.... παραταίσαμε τα δυο μας τα γουρούνια
τόσο πολύ όπου τα ξύγκια τους βγαίνουν `πο τα ρουθούνια.
... και τα παραχαϊδέψαμε, τους βάλαμε και βέλο,
τον Πάγκαλο τον πάγκακο, τον μούργο Βενιζέλο,
μα πλησιάζει ο καιρός να πάνε στο σφαγείο,
για σφάξιμο, για γδάρσιμο κι ύστερα στο ψυγείο.
Αυτοί θαρρούνε αρχηγοί θα γίνουνε στο κόμμα,
αλλά σαν παλιοπάπουτσα θα πεταχτούν στο δώμα.
Μα δεν θα είναι μοναχοί, θα έχουν και το κόμμα
σ` ένα μπουκάλι, άρρωστο με την ψυχή στο στόμα.
Αυτοί `ναι τόσο άσχετοι και τόσο ξεκομμένοι,
από το σώμα του Λαού γιαυτό `ναι ξωφλημένοι.
Ξοφλίσατε παλιάνθρωποι, μα ο κόσμος τι σας φταίει;
που τονε ξεπουλήσατε σκατάδες ευρω-ΠΕΗ.
Βρωμάτε και βρωμίσατε όλη την οικουμένη
μα τελικό καθάρισμα όλους σας περιμένει.
....αλλά το ξεκαθάρισμα στην τελευταία φάση,
θα γίνει όταν στο Γουδί όλους θα σας κρεμάσει.
στέλιοσκωστήσπυριδάκης

ΠΡΩΤΗ ΓΕΡΡΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ Υποχρεωτική εργασία ανηλίκου



ΠΡΩΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ         

Υποχρεωτική εργασία ανηλίκου



   Δούλεψα μεροκάματο στους γερμανούς και πληρώθηκα με χρήματα  που δεν είχαν αντίκρισμα. Η ιστορία είναι πικρή, μα και πικάντικη. Φυσικά δεν ήμουν συνεργάτης των γερμανών. Αυτή την κατηγορία δεν θα τη δεχτώ ποτέ. Και ο καμαριέρης του γερμανού πρεσβευτή στην Τουρκία με κάλπικες λίρες πληρώθηκε από τους Εγγλέζους για την φωτογράφηση των γερμανικών μυστικών. Παρεμφερής η πληρωμή, μα διαφορετική η υπηρεσία που προσφέρθηκε. Εγώ ούτε φωτογράφηση, ούτε κλοπή και ούτε κατασκοπία έκανα, όπως έκανε ο Τούρκος. Ούτε και τα ελατήρια που μας ώθησαν να εργαστούμε για λογαριασμό των γερμανών, ούτε οι συνθήκες κάτω από τις οποίες λειτουργήσαμε μπορούν να συγκριθούν. Ο Τούρκος ενήργησε με ιδιοτέλεια και σκοπό το χρήμα. Ο Τούρκος ήταν ελεύθερος, η πατρίδα του δεν ήταν υπό γερμανική κατοχή. Ο Τούρκος  ήταν σκλάβος του χρήματος. Οι Εγγλέζοι τζέντλεμεν τον πλήρωσαν με πλαστές λίρες. Πολύ κύριοι αυτοί οι κύριοι. Και ποιον δεν πλήρωσαν ως τα τώρα σαν κύριοι, τζέντλεμεν αυτοαποκαλούνται οι κύριοι Εγγλέζοι, μα τι κύριοι!
    Τα χρήματα που πήρα εγώ από τους γερμανούς για τις πολύτιμες υπηρεσίες που τους πρόσφερα δεν ήταν ούτε πλαστά ούτε κάλπικα, απλώς ήταν χωρίς αντίκρισμα, γιατί οι γερμαναράδες φρόντισαν  να μηδενίσουν την αξία της Ελληνικής δραχμής. Δεν μπορώ να συγκριθώ πάλι με τον Τούρκο γιατί εμένα η πατρίδα μου ήταν σκλαβωμένη κι εγώ ήμουν ελεύθερος. Ωστόσο δούλεψα για τους γερμανούς σε ηλικία εφτά ετών, ναι, ναι, καλά διαβάσατε σε ηλικία εφτά ετών, παρά τη θέλησή μου.
      Τα σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά. Οι γερμανοί μας έβγαλαν από τα σπίτια μας και έμεναν αυτοί. Πήραν το λιγοστό σιτάρι και το λιγοστό λάδι μας κι εμείς έπρεπε να ζήσομε με κοπανιστό αέρα. Όλοι οι άνδρες ήταν υποχρεωμένοι να εργάζονται δέκα πέντε ημέρες το μήνα για τα πολεμικά έργα των γερμανών. Όσοι ήταν αγγαρεία όλη τη δεκαπενταμερία ήταν κλεισμένοι σε συρματοπλέγματα στο ύπαιθρο τη νύκτα. Η αγγαρεία αρχικά για το χωριό μου ήταν μόνο για τον Λαβύρινθο, γιατί τα έργα που έκαναν οι γερμανοί ήταν στην γεωγραφική περιφέρεια της κοινότητας Καστελλίου Καινουργίου.  Ο διοικητής του αεροδρομίου του Τυμπακίου θεώρησε τον εαυτό του αδικημένο που δεν πήγαινε αγγαρεία από το Καστέλλι και ενήργησε ως εξής: Με μια ξαφνική περικύκλωση του χωριού πήρε όλους τους χωριανούς άνδρες,  γέρους, γυναίκες και μεγάλα παιδιά και τους πήγε με φορτηγά αυτοκίνητα στα συρματοπλέγματα στο Τυμπάκι. Ο πατέρας μου ήταν πρόεδρος του χωριού και  τον είχαν υπόλογο οι γερμανοί για όλους τους Καστελλιανούς. Πήγε στον διοικητή του χωριού και του είπε τα συμβάντα. Τον πήρε ο γερμανός διοικητής της γερμανικής μονάδας με το αυτοκίνητό του και πήγαν στο Τυμπάκι. Τα βρήκαν οι γερμανοί μεταξύ τους και άφησαν τους Καστελλιανούς ελεύθερους από τα σύρματα να επιστρέψουν στο Καστέλλι παρόλο που ήταν νύχτα, γιατί την επομένη άλλαζε η δεκαπενταμερία και έπρεπε να είναι το πρωί στα έργα του Λαβυρίνθου. Έτσι εφοδίασαν τον πατέρα μου με ένα έγγραφο για να το επιδεικνύει στις  γερμανικές φρουρές που θα συναντούσαν καθ` οδόν. Έφθασαν τα ξημερώματα γιατί μεταξύ τους υπήρχαν υπέργηροι, έγκυες γυναίκες, ανήμποροι άνθρωποι και παιδιά. Η πορεία τους ήταν αργόσυρτη και δέκα πέντε χιλιόμετρα σε νυχτερινή πορεία δεν είναι λίγα. Δυο λέξεις  κυριαρχούσαν. Πούγκα που θα πει φυλακή και καπούτ που θα πει εκτέλεση. Και τα δύο τα χρησιμοποιούσαν ευρύτατα οι γερμανοί.  Δεν μπορούσε κανένας να τους αντισταθεί. Φυσικά το ξύλο και τα βασανιστήρια ήταν σε καθημερινή χρήση και δεν τα θεωρούσαμε  και τόσο σοβαρά. Με λίγο ξύλο και λίγο βασανιστήριο όταν μας άφηναν να φύγομε ευγνωμονούσαμε κι από πάνω τον γερμανό και λέγαμε πως τελικά ήταν καλός αφού μας άφηνε. Τον πατέρα μου τον είχαν κατασκοτώσει στο ξύλο, γιατί ότι κι αν ήθελαν οι γερμανοί από αυτόν το ζητούσαν. Επειδή δεν μπορούσε να τους ικανοποιεί όλες τις παράλογες απαιτήσεις τους τον θεωρούσαν υπεύθυνο και έτσι κάθε λίγο και λιγάκι τον έδερναν. Οι αξιωματικοί τους εκτός από το πιστόλι είχαν μαζί τους και βούρδουλα με τον οποίο έδερναν όποιον τύχαινε μπροστά  τους.  Φαφλούχτ σακραμέντο ήταν μια βρισιά που μας την έλεγαν  σαν τον παπά στην εκκλησία με το «κύριε ελέησον». Αν καμιά φορά μας χαιρετούσαν, το έκαναν με υψωμένο το δεξί χέρι όπως το καθόριζε  το τυπικό του ναζιστικού χαιρετισμού και το χαιρετισμό: « Χάιλ Χίτλερ» που θα πεί : Ζήτω ο Χίτλερ. Εμείς πάντοτε απαντούσαμε χωρίς να μας ακούν με το: Χιάηζεν Χίτλερ, όπου το «χιάηζεν» σημαίνει τη λέξη του Γκαρμπόν. Υπήρχαν και πολλοί γερμανοί που το έλεγαν όταν εξακρίβωναν πως δεν τους άκουγε άλλος γερμανός. Άλλωστε αυτό από γερμανούς το μάθαμε.
    Το νερό του χωριού μας ήταν βληχό και δεν ήταν ευχάριστο  στα ευγενή λαρύγγια των αξιωματικών. Ζήτησαν τι ζήτησαν! Διέταξαν λοιπόν τον πατέρα μου να ορίσει κάποιους να τους φέρνουν νερό από την πηγή του Ψηλού Καστελλιού. Πρόκειται για ένα σπάνιο νερό. Πού να τους βρει ανθρώπους για αυτή την δουλεία (όχι δουλειά). Πού να τους βρει! Όλοι οι κάτοικοι ήταν καταγραμμένοι και πήγαιναν αγγαρεία στα πολεμικά τους έργα στον Λαβύρινθο. Η διαταγή ήταν διαταγή και ο βούρδουλας ήταν βούρδουλας. Ποιο παιδί θέλει να βλέπει τον πατέρα του να τον δέρνουν; Ποιο παιδί; Ποιο;  
  Η αδερφή μου κι εγώ δύο μήνες κουβαλούσαμε νερό από την πηγή του Ψηλού Καστελλιού με τις κανίστρες. Εγώ ήμουν εφτά χρονών και η αδερφή μου ήταν εννιά χρονών. Η απόσταση της πηγής από το χωριό  είναι περί τα τρία χιλιόμετρα. Βγαίναμε έξω από το χωριό. Έτσι όταν φτάναμε στην έξοδο του χωριού μας σταματούσε ο γερμανός σκοπός. Μας ρωτούσε το όνομά μας  και ζητούσε τις ταυτότητες  (Βι χάους του, παπίε), του λέγαμε το όνομά μας του δίδαμε τις ταυτότητες μας, τις έβλεπε καλά, μας τις επέστρεφε, σήκωνε το κολπόστ και περνούσαμε με τους γαιδάρους. Η ίδια διαδικασία γινόταν κάθε φορά είτε μπαίναμε είτε βγαίναμε από το χωριό. Εφτά χρονών εγώ, εννιά η αδερφή μου και κυκλοφορούσαμε μέσα στο χωριό μας με ταυτότητες. Το νερό το κουβαλούσαμε μέσα σε κανίστρες που ήταν φορτωμένες πάνω στους γαϊδάρους και τις γεμίζαμε με κανάτες όπως ήταν φορτωμένες γιατί εμείς δεν μπορούσαμε να τις φορτώσομε ούτε άδειες. Όταν φτάναμε στο χωριό τις ξεφόρτωναν και φόρτωναν άλλες άδειες. Σηκωνόμασταν με την ανατολή του ηλίου και σχολούσαμε μετά τη δύση. Το νερό το κουβαλούσαμε παρά τη θέλησή μας. Εμείς νομίζαμε πως κάναμε αγγαρεία όπως έκαναν όλοι οι Έλληνες παρά τη θέλησή τους. Όμως τέλος του μήνα μας φώναξε  ένας γερμανός και μας ανέβασε στο ονταδάκι του Σπυρδογιάννη.  Εκεί μας έβαλε και βάλαμε σε κάτι χαρτιά ένα σταυρό γιατί ήμασταν αγράμματοι και μετά μας πλήρωσε. Μας πλήρωσε είκοσι πέντε μεροκάματα το μήνα με ένα εκατομμύριο την ημέρα. Άσχετα που δουλεύαμε και τις Κυριακές και ήταν τριάντα ημέρες.  Έτσι μας αναλογούσε από πενήντα εκατομμύρια στον καθένα. Μέτρησε ενώπιόν μας εκατό εκατομμύρια, τα δίπλωσε και τα έδωσε στην σδελφή μου που ήταν μεγαλύτερη.  Κρατώντας χεράκι χεράκι με την αδελφή μου τη Θεοφρονία κατεβήκαμε με φόβο και με τρόμο την σκάλα του οντά που δεν είχε περβάζι και ξέραμε πως από εκεί είχε πέσει ο Σπυρδογιάννης και σκοτώθηκε. Όταν βγήκαμε στο δρόμο η αδερφή μου βάλθηκε να μετρήσει τα εκατομμύριά μας, αλλά τα μέτρησε καθώς ήταν διπλωμένα και από εκατό που ήταν τα έβγαλε διακόσα. Τα ξαναμέτρησε, μα πάλι διακόσα τα έβγαλε.  Τα μέτρησε ξανά και ξανά μα από εκατό έγιναν διακόσα. Ξάφνου η αδερφή μου έβαλε τα κλάματα. Κλαίγοντας μου είπε, πως ο γερμανός σκόπιμα μας τα έδωσε παραπάνω για να βρει αιτία να μας σκοτώσει. Κρύος αέρας μπήκε στην ψυχή μας. Αποφασίσαμε να επιστρέψομε τα παραπανίσια χρήματα. Πάλι χεράκι χεράκι μα με τρεμάμενα γόνατα ανεβήκαμε τα σκαλοπάτια του οντά. Έτρεμε το φυλλοκάρδι μας όταν αντικρίσαμε τον γερμανό. Η παιδική μας φαντασία ούτε λίγο ούτε πολύ μας είχε κατάστήσει ετοιμοθάνατους. Ο γερμανός μας ρώτησε γιατί γυρίσαμε και η αδερφή μου με τρεμάμενη φωνή  του είπε για τα παραπανίσια χρήματα, προσθέτοντας  πως εμείς δεν φταίμε. Ο γερμανός ξεράθηκε στα γέλια. Μόλις τον είδαμε να γελά, η καρδιά μας πήρε αέρα. Αυτός γέλασε αρκετά. Κάποια στιγμή  άρχισε να χαχλουτίζει δυνατά και το δωμάτιο σχεδόν γέμισε από γερμανούς. Άρχισαν να γελούν όλοι. Πήρε τα χρήματα από το χέρι της αδερφής μου, τα ξεδίπλωσε και μας τα μέτρησε δυνατά άιν, τσβάιν, τράιν  μέχρι το εκατό. Καταλάβαμε το λάθος μας, πήραμε τα εκατομμύριά μας και κατεβήκαμε τρέχοντας την επικίνδυνη σκάλα. Πήγαμε στο σπίτι μας, τους μισθούς δύο μηνών με τους οποίους δεν μπορούσαμε να αγοράσομε  ούτε ένα αυγό γιατί το αυγό έκανε εβδομήντα πέντε δισεκατομμύρια. Αυτό δεν μας πείραζε. Απεναντίας ήμασταν πολύ χαρούμενοι γιατί πήγε η καρδιά στον τόπο της και αυτό δεν  μπορούσε να εξαγοραστεί με τους θησαυρούς όλου του κόσμου.
   Δεν ξαναπήγαμε στο νερό. Με τους γερμανούς όμως  είχαμε να μετρήσομε, πολλές περιπέτειες ακόμα.

Τρίτη 6 Μαρτίου 2012

stelioskostispyridakis: ΑΚΟΜΑ ΕΝΑ ΠΟΤΗΡΑΚΙ

stelioskostispyridakis: ΑΚΟΜΑ ΕΝΑ ΠΟΤΗΡΑΚΙ: ΑΚΟΜΑ ΕΝΑ ΠΟΤΗΡΑΚΙ Ένα τραγουδάκι σήμερα στην τηλεόραση ξύπνησε τεραστίων διαστάσεων μνήμες από την πρώτη γερμανική κατοχή. Ακόμα ένα...

ΑΚΟΜΑ ΕΝΑ ΠΟΤΗΡΑΚΙ

ΑΚΟΜΑ ΕΝΑ ΠΟΤΗΡΑΚΙ
 Ένα τραγουδάκι σήμερα στην τηλεόραση ξύπνησε τεραστίων διαστάσεων μνήμες από την πρώτη γερμανική κατοχή. Ακόμα ένα ποτηράκι! Το τραγουδούσαν οι Έλληνες αλλά και οι γερμανοί κατακτητές της πατρίδας μου. Οι γερμανοί είναι γνωστό πως είναι σε ένα μεγάλο ποσοστό οινόφλυγες.....
    Κατά την πρώτη γερμανική κατοχή πρόεδρος του χωριού μου ήταν ο πατέρας μου. Οι γερμανοί ότι κι αν ήθελαν από τους κατοίκους του χωριού το ζητούσαν από τον πατέρα μου. Ο πατέρας μου το μεταβίβαζε στο Κοινοτικό συμβούλιο και όλοι μαζί αποφάσιζαν για τον τρόπο εφαρμογής του αιτήματος μιας και άρνηση εκτέλεσης απαγορευόταν με την ποινή του θανάτου. Ήδη είχαν αρχίσει τις εκτελέσεις στα γύρω χωριά.
   Κυρίως ζητούσαν την καταγραφή του ανδρικού πληθυσμού σε καταστάσεις δεκαπενταμερίας. Το μέτρο τούτο ίσχυε για όλες τις Κοινότητες της περιοχής. Η δεκαπενταμερία ήταν ημέρες αναγκαστικής άμισθης χειρονακτικής εργασίας, ημέρα και νύκτα του ανδρικού πληθυσμού σε πολεμικά έργα της περιοχής.
   Κάθε μήνα εργαζόταν η μια δεκαπενταμερία τον μισό μήνα και τον υπόλοιπο μήνα η άλλη δεκαπενταμερία. Οι πλούσιοι μπορούσαν να πληρώνουν κάποιον φτωχό να κάνει την δεκαπενταμερία τους και σε κάθε προσκλητήριο απαντούσαν παρόντες όταν άκουγαν το όνομα εκείνου  που για λογαριασμό του έκαναν την δεκαπενταμερία και τους πλήρωνε.
   Γεννήθηκα το 1936 και το 1943 πρέπει να ήμουν επτά ετών. Σε αυτή την ηλικία πήγα αγγαρεία στην θέση του πατέρα μου για δυο μέρες στο έργο διάνοιξης του δρόμου για τον Λαβύρινθο. Ο πατέρυας μου ήταν στο βουνό μαζί με δώδεκα εγγλέζους οι οποίοι ήθελαν να συνδεθούν με το αντάρτικο σώμα του Πετρακογιώργη. Ο πατέρας μου είχε καταργηθεί από πρόεδρος από τους γερμανούς κατά την απουσία του και αγνοούσε πως τον κατάργησαν από πρόεδρο και τον έβαλαν αμέσως σε δεκαπενταμερία.  Το έμαθε με την επιστροφή του. Παρουσιάστηκε μόλις επέστρεψε στην δεκαπενταμερία κι έφυγα εγώ για το σπίτι. Στα προσκλητήρια με κάλυπταν οι χωριανοί μας που ήταν σχεδόν όλοι συγγενείς. Ανέβαινα πάνω σε ένα βράχο κι έλεγα το παρόν. Βοηθούσε και το γεγονός ότι είμαι ψηλός. Βοηθούσαν όλοι κι όλοι και με είχαν βάλει νερουλά. Κουβαλούσα νερό με μια στάμνα κι ένα κονσερβοκούτι για ποτήρι κι έδιδα νερό στους ανθρώπους της δεκαπενταμερίας που εργαζόντουσαν πολύ σκληρά. Σπούσαν πέτρες με βαριοπούλες, τις μετακινούσαν με λοστούς, έσκαβαν με κασμάδες, φτυάριζαν, μετακινούσαν τα μπάζα κι έστρωναν τον δρόμο. Άνοιγαν τρύπες μέσα στους βράχους στις οποίες έβαζαν δυναμίτες κι έβαζαν φουρνέλα. Οι τρύπες αυτές μου έπιναν πολύ νερό γιατί έβαζαν μέσα νερό για να μαλακώνει ο βράχος ο οποίος σημειωτέον είναι γυψόπετρες. Η κούρασή μου δεν μπορεί άνθρωπος να φανταστεί πόσο μεγάλη ήταν. Το νερό το έπαιρνα από την βρυσίδα του Κοκκίνου. Ο δρόμος του γυρισμού ήταν ανηφορικός και είχα πολύ μεγάλη δυσκολία. Η ζέστη τις μεσημεριανές ώρες ήταν αφόρητη στο λαγκό του Γέρω-Λάκου. (Αρχαίο ορυχείο γυψόπετρας από τις οποίες έκοβαν πλάκες και διακοσμούσαν τα παλάτια της Γόρτυνας και της Φαιστού στην αρχαία εποχή. Στην Φαιστό σώζονται ακόμα οι πλάκες.)  Εκείνες τις ζεστές ώρες οι άνθρωποι έπιναν περισσότερο νερό κι έπρεπε να κάνω πιο γρήγορα. Δεν ήταν μόνο ο φόβος του γερμανού που επιστατούσε με τον βούρδουλα, αλλά ήταν και η δίψα των ανθρώπων. Ο διψασμένος θέλει νερό κι όταν έχει από πάνω του τον γερμανό με τον βούρδουλα να τον επιτηρεί για να εργάζεται περισσότερο, το νερό είναι μεγάλη ανάγκη και βοήθεια.
   Δεν ήμουν ο μοναδικός νερουλάς. Ήταν κι άλλοι νερουλάδες καθένας είχε τον τομέα του. Δυσκολεύτηκα πολύ μα τα κατάφερα και στο νερό και την νύχτα στο υπαίθριο στρατόπεδο που μας έκλειναν μέσα στα συρματοπλέγματα. Δεν ήταν η πρώτη φορά που είχα κάνει τον νερουλά στους γερμανούς, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία, όπως άλλη ιστορία ήθελα να διηγηθώ σχετική με το τραγούδι του αείμνηστου  Αττίκ "ακόμα ένα ποτηράκι".
  Δεν θα μπορούσα να αποδώσω το διήγημα όμως αν δεν έβαζα τον καμβά της κατάστασης, γιατί το περιστατικό με το τραγούδι είναι μικρής διάρκειας, αλλά τεράστιας σημασίας από άποψη πολιτισμού και βαρβαρότητας. Αναφέρθηκαν όλα τα παραπάνω για να καταφανεί πως εξ αιτίας της υποχρεωτικής σχέσης που είχε ο πατέρας μου μαζί τους υπήρχε γνωριμία με όλους τους ανώτερους αξιωματικούς της στρατιωτικής μονάδας που στρατοπέδευε μόνιμα στο χωριό μου. Η μονάδα αυτή ήταν πολύ μεγάλη διότι το σπήλαιο  του Λαβυρίνθου είχε μετατραπεί σε αποθήκη πολεμικού υλικού, το οποίο διοχετευόταν στο Άφρικα Κόρπς του Ρόμελ στην Αφρική από το αεροδρόμιο Τυμπακίου που απέχει 15 χιλιόμετρα. Ήταν επίσης και μονάδα υποστήριξης του αεροδρομίου Τυμπακίου.
   Ένα χειμωνιάτικο βράδυ  είχαμε τελειώσει το δείπνο μας και είχαμε πέσει για ύπνο και ξαφνικά άνοιξε η πόρτα του σπιτιού μας με μια κλωτσά και μπήκαν μέσα εφτά με οκτώ γάϊδαροι που καβαλίκευαν πάνω τους όλοι οι ανώτεροι γερμανοί αξιωματικοί και τραγουδούσαν το τραγούδι του Αττίκ παραλλαγμένο "ακόμα ένα ποτηράκι ράκι ράκι". Είχαμε ρακί και εξ ανάγκης και "νόμου", που λένε, τους κερνούσε η μητέρα μου και ο πατέρας μου ρακί. Ήπιαν ρακί του σκασμού κι έφυγαν καβάλα όπως είχαν έρθει. Η οικογένειά μου ήταν οι γονείς μου και έξι παιδιά. Αυτό ήταν μια πολύ μικρή λεπτομέρεια για τους κατακτητές. Αφού έφυγαν η μητέρα έκανε τον σταυρό της και δοξολογούσε τον Θεό που ήταν μόνο αυτό και δεν ήταν κάτι χειρότερο. Σήμερα που από προδοσία διανύομε την δεύτερη γερμανική κατοχή, οι μνήμες θεριά γίνανε μέσα μου. Θεριά να με φάνε, για να μην βγω στους δρόμους να κάνω πόλεμο μόνος μου εναντίον των προδοτών, των γερμανοτσολιάδων και γερμανών.
   Υποχρεώνομαι προς το παρόν να εκτονώνομαι στο πληκτρολόγιο και θα συνεχίσω και με άλλες βιωματικές μου διηγήσεις εκείνης της εποχής.- στέλιοσκωστήσπυριδάκης